Ο Χριστιανόπουλος και το υπαρξιακό πάθος των πρώτων τραγουδιών του Τσιτσάνη

Greek poet Ntinos Christianopoulos and composer Vasilis Tsitsanis: by Professor Vrasidas Karalis.

Greek poet Ntinos Christianopoulos and composer Vasilis Tsitsanis: by Professor Vrasidas Karalis. Source: Wikipedia/Vrasidas Karalis

Get the SBS Audio app

Other ways to listen

Λίγες εβδομάδες μετά τον θάνατο του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου στις 11 Αυγούστου 2020, ζητήσαμε από τον επικεφαλής της Έδρας Nεοελληνικών και Βυζαντινών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ, καθηγητή Βρασίδα Καραλή, να μας μιλήσει για τον Ντίνο Χριστιανόπουλου. Το πρώτο μέρος αφορά τις αναφορές του «κυρίου Ντίνου» στον συνθέτη Βασίλη Τσιτσάνη.


Το έργο του Ντίνου Χριστιανόπουλου, του μεγάλου αυτού Έλληνα ποιητή, και για πολλούς ένα έργο αιρετικό και ανορθόδοξο, μελέτησε διεξοδικά ο καθηγητής Βρασίδας Καραλής. Το πρώτο μέρος της συνέντευξης που παραχώρησε ο κ. Καραλής στο SBS Greek αφορά την σχέση του Χριστιανόπουλου με τον συνθέτη Βασίλη Τσιτσάνη.


  • Ο ποιητής, διηγηματογράφος, δοκιμιογράφος και εκδότης Ντίνος Χριστιανόπουλος πέθανε στις 11 Αυγούστου 2020
  • Ο καθηγητής Βρασίδας Καραλής έχει μελετήσει το έργο του Χριστιανόπουλου και θεωρείται από τους σπουδαιότερους μελετητές του
  • Στη συνέντευξη αυτή ο κ. Καραλής αναφέρεται στον θαυμασμό του Χριστιανόπουλου προς τον συνθέτη Βασίλη Τσιτσάνη

Η συζήτηση μας με τον κ. Καραλή ξεκίνησε με την διαπίστωση μελετητών του ρεμπέτικου ότι ο Τσιτσάνης δεν ήταν ρεμπέτης ή συνθέτης ρεμπέτικων τραγουδιών, αν και αποδέχονται ότι ήταν εκείνος που έφερε το ρεμπέτικο πιο κοντά στον λαό και γεννήθηκε το λεγόμενο «λαϊκό τραγούδι».

Ωστόσο, ο Χριστιανόπουλος σε ένα άρθρο του στην εφημερίδα «Δράση» χαρακτηρίζει τον Τσιτσάνη ως τον «Βασιλιά του Ρεμπέτικου».

«Πρέπει να δούμε τον Τσιτσάνη σε μια περίοδο 50 χρόνων, δηλαδή από την περίοδο του 1920 ώς τη δεκαετία του 1980, όταν πέθανε. Νομίζω ότι ο Τσιτσάνης της δεκαετίας του ’30 και του ’40 ήταν ο κατεξοχήν ρεμπέτης και γι’ αυτόν μιλά ως “βασιλιά του Ρεμπέτικου” ο Χριστιανόπουλος», λέει ο κ. Καραλής.

Αγωνιστική αντίληψη

«Οι περισσότερες αναφορές που κάνει ο Χριστιανόπουλος στα έργα του Τσιτσάνη είναι αυτής της εποχής, και στα πρώτα έργα του συνθέτη. Ένα σημαντικό έργο γίνεται αυτήν την εποχή, στο περιθώριο και στους ανθρώπους που δεν έχουν περάσει ουσιαστικά από την “εκκαθάριση” που έκανε ο Μεταξάς στο τέλος της δεκαετίας του ’30. Δηλαδή, να “καθαρίσει” το ρεμπέτικο, όπως έλεγε ο ίδιος, από τα ανατολίτικα και τα χασικλίδικα τραγούδια». 

Σύμφωνα με τον κ. Καραλή, ο Χριστιανόπουλος είδε στον Τσιτσάνη αυτήν την αγωνιστική αντίληψη των ρεμπέτικων. «Τα τραγούδια αυτά περιείχαν και ενείχαν μια βαθύτατη υπαρξιακή κοινωνική και πολιτική άρνηση του κατεστημένου», λέει. 

Ο κ. Καραλής παρατηρεί ότι σήμερα το ρεμπέτικο είναι στο κέντρο της ελληνικής κουλτούρας. «Όλοι το παινεύουμε και το εγκωμιάζουμε και όλοι νομίζουμε ότι είναι θετικό, ότι δηλαδή βγήκε από το ελληνικό περιθώριο». 

Ο κ. Καραλής μεγάλωσε στον Πειραιά και είχε συναντήσει τον ρεμπέτη Μιχάλη Γενίτσαρη. «Ο Γενίτσαρης μού εξήγησε πώς λειτουργούσε το ρεμπέτικο στη δεκαετία του 30 και του 40. Σήμερα δεν θα ήταν πολύ αποδεκτό», λέει στο SBS Greek. 

«Ο Χριστιανόπουλος είδε τον Τσιτσάνη σε αυτήν την αγωνιστική αντίληψη του ρεμπέτικου ως μια μαχητική έκφραση του περιθωρίου. Οι στίχοι στα πρώτα του έργα του Τσιτσάνη είναι πανέμορφοι, στίχοι με λυρική βαθύτητα που δεν μιλούσαν με υπεκφυγές και υπαινιγμούς».

Ο ρόλος του περιθωρίου

«Ο Χριστιανόπουλος είδε αυτή την ηρωική εποχή του ρεμπέτικου ώς μια μαχητική έκφραση του περιθωρίου στην Ελλάδα, όταν βέβαια το περιθώριο ήταν πραγματικό περιθώριο και κανείς δεν αναζητούσε το τι γινόταν μέσα σε αυτές τις μικροκοινωνίες των προσφύγων, των ανθρώπων που μεγάλωσαν στα χαμαιτυπεία».

«Τα τραγούδια τους δεν είναι μόνο τραγούδια για χάρη της τέχνης, ήταν ουσιαστικά τρόποι για να επιβιώσουν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους οι οποίες επέφεραν. Να μην ξεχνάμε ότι η δεκαετία του 40 ήταν η χειρότερη δεκαετία του νεοελληνικού Κράτους».

Ο κ. Καραλής πιστεύει ότι ο Χριστιανόπουλος ήταν σε θέση λόγω της δικής του θέσεως ως περιθωρίου, να εκτιμήσει καλύτερα από κάθε άλλον και, ειδικά, από την μπουρζουαζία και την αστική τάξη των Αθηνών, αυτό το υπαρξιακό πάθος και το βάθος της ψυχικής ανασφάλειας που ουσιαστικά τα πρώτα τραγούδια του Τσιτσάνη, και πολλών άλλων ρεμπετών, όχι απλώς αποκωδικοποίησαν αλλά έκφρασαν με τον πιο λαγαρό και άμεσο τρόπο. 

«Ο Τσιτσάνης και οι άλλοι ρεμπέτες δεν είχαν κάποια μόρφωση, δεν είχαν πάει στα ωδεία. Και να μην ξεχνάμε ότι ο Χριστιανόπουλος είχε γράψει ένα πολύ ωραίο βιβλίο με τίτλο “Τα Αλαμπουρνέζικα ή Η Γλώσσα των Σημερινών Κουλτουριάρηδων”, που είναι μια συζήτηση με τον Θεσσαλονικιό λογοτέχνη Περικλή Σφυρίδη που κατηγορεί εμάς του ακαδημαϊκούς ότι ουσιαστικά προσπαθούμε να ιδιoποιηθούμε την υπαρξιακή περιπέτεια των ανθρώπων που υπέφεραν για να βγάλουμε θεωρίες, για να βγάλουμε ουσιαστικά, όπως θα έλεγε, “λαγούς με πετραχήλια”».

Η «ala ρεμπέτικη» ανεξαρτησία του Χριστιανόπουλου

Σύμφωνα με τον κ. Καραλή, εκείνη την εποχή, λίγοι άνθρωποι στην Ελλάδα είχαν το θάρρος και τη γενναιότητα να τα βάλουν με πανεπιστημιακούς και δημοσιογράφους, ειδικά στη δεκαετία του 70 και του 80, που είχαμε περάσει στην κυριαρχία των μέσων μαζικής ενημέρωσης.

Ο Χριστιανόπουλος συνέχισε να διατηρεί αυτήν την απίστευτη ανεξαρτησία και απόσχιση από την κοινωνική νομινότητα που είναι από τα πιο σημαντικά πράγματα που έγιναν ποτέ στην Ελλάδα.

Και αυτό, αναφέρει ο καθηγητής Καραλής, «διότι πολλοί από εμάς συμβιβαζόμαστε, αναγκαζόμαστε να αποδεχτούμε πράγματα που κάποια στιγμή στη ζωή μας νομίζαμε ότι ήταν αδύνατο να τα αποδεχτούμε. Τα αποδεχόμαστε και πολλές φορές γινόμαστε υπόδουλοι στα κοινωνικά προσωπεία που φοράμε για να γίνουμε αποδεκτοί».

«Ο Χριστιανόπουλος δεν φόρεσε ποτέ μάσκα και ένα κοινωνικό προσωπείο με το οποίο θα ήθελε να γίνει αποδεκτός. Πολλές φορές υπερέβαλε στις αντιδράσεις του, στους χαρακτηρισμούς του, γινόταν πολύ προσωπικός και εχθροπαθής ή τα έπαιρνε ο ίδιος πολύ προσωπικά τα πράγματα και σε τέτοια λάθη και παραπατήματα, όλοι μπορούμε να πέσουμε», σημειώνει ο κ. Καραλής.

Πατήστε Play στην κεντρική φωτογραφία για να ακούσετε το podcast

Share